"Δυσλεξία: Μία συνεργασία εκπαίδευσης και Νευροεπιστημών"

Αυτή τη στιγμή ο εγκέφαλος και το νευρικό σας σύστημα είναι απασχολημένα για την κατανόηση της πρότασης που μόλις διαβάσατε. Κατά την ανάγνωση της παραπάνω πρότασης πραγματοποιήθηκαν μία σειρά από διεργασίες στον εγκέφαλό σας. Η μελέτη της πολυπλοκότητας αυτών των διεργασιών αποτελεί βασικό στόχο των νευροεπιστημών, ώστε να κατανοήσουν πως ο εγκέφαλος «μαθαίνει» και «θυμάται». Η βασική συνεισφορά της νευροεπιστήμης στην εκπαίδευση, είναι η ανάπτυξη μεθόδων που μας επιτρέπουν να «δούμε» τι συμβαίνει στον εγκέφαλο την ώρα που αυτός μιλάει, γράφει, διαβάζει ή επιλύει μαθηματικά προβλήματα. Αυτές οι μέθοδοι ονομάζονται τεχνικές απεικόνισης εγκεφάλου.

Χάρη σε αυτές τις νέες μεθόδους μπορούμε πλέον να δούμε τι συμβαίνει στον εγκέφαλο του αναγνώστη όταν η πορεία κατάκτησης της ανάγνωσης είναι ομαλή, δηλαδή από την απλή αποκωδικοποίηση της λέξης «γάτα», μέχρι την αβίαστη και φαινομενικά εύκολη κατανόηση της έννοιας, «ένα τετράποδο αιλουροειδές που νιαουρίζει». Η συνεχώς αυξανόμενη γνώση για τους τρόπους μέσω των οποίων ο εγκέφαλος μαθαίνει να διαβάζει, μπορεί να μας βοηθήσει να προβλέψουμε και να αποφύγουμε ορισμένες πιθανές μορφές αναγνωστικής αποτυχίας.

Μέσα από τις απεικονίσεις του εγκεφάλου ήρθαν στο φως ευρήματα σχετικά με τον τρόπο που ο «δυσλεξικός» εγκέφαλος επεξεργάζεται τις γλωσσικές πληροφορίες. Συγκεκριμένα, οι αναγνώστες με δυσλεξία φαίνεται να χρησιμοποιούν τα εγκεφαλικά κυκλώματα με διαφορετικό τρόπο και να στηρίζονται περισσότερο στις δομές του δεξιού ημισφαιρίου για την ανάγνωση. Είναι γνωστό ότι το αριστερό ημισφαίριο είναι υπεύθυνο για τις γλωσσικές λειτουργίες, ενώ το δεξί για τις οπτικοχωρικές και αποτελεί επίσης έδρα των συναισθημάτων. Το αριστερό ημισφαίριο επεξεργάζεται τις πληροφορίες με αναλυτικό τρόπο, τις αναλύει και τις τακτοποιεί, “κινείται” δηλαδή από τις λεπτομέρειες στη γενικότητα. Αντίθετα, το δεξί ξεκινά από το σύνολο και προχωρεί στα επιμέρους, συνθέτει και συνδέει τις πληροφορίες με βάση το νόημά τους.

Πώς τα ευρήματα των Νευροεπιστημών μπορούν να φανούν χρήσιμα στον τομέα των Μαθησιακών Δυσκολιών;

Α) Έγκαιρη διάγνωση
Μέσα από τις εγκεφαλικές μετρήσεις μπορούμε να προβλέψουμε και να προλάβουμε την εμφάνιση της γλωσσικής ή αναγνωστικής δυσκολίας. Όσο πιο νωρίς εντοπιστεί η δυσλεξία τόσο πιο εύκολη και μόνιμη είναι η αποκατάσταση της μέσα από το σχεδιασμό του κατάλληλου θεραπευτικού προγράμματος.
Μία τεχνική που επιτρέπει να αξιολογήσουμε σε πραγματικό χρόνο τις αλλαγές που συμβαίνουν στον εγκέφαλο όταν επεξεργάζεται οπτικές ή ακουστικές πληροφορίες είναι τα Προκλητά Δυναμικά που χορηγούνται μέσω Ηλεκτροεγκεφαλογραφήματος. Μακροχρόνιες μελέτες με τη χρήση Προκλητών Δυναμικών έδειξαν ότι η ανταπόκριση των μόλις 36 ωρών νεογέννητων στους φυσικούς ήχους της ομιλίας ήταν σε θέση να προβλέψει με ακρίβεια (σε ποσοστό 81%) ποιά από αυτά τα παιδιά θα εμφάνιζαν δυσλεξία στην ηλικία των 8 ετών. Με τις υπάρχουσες διαγνωστικές διαδικασίες, ένα παιδί προκειμένου να αναγνωριστεί ως δυσλεξικό και να ξεκινήσει την απαραίτητη εκπαιδευτική παρέμβαση θα πρέπει να φτάσει 9 χρονών, να έχει μείνει πίσω στην ανάγνωση σε σχέση με τους συνομηλίκους του και να έχει βιώσει τη ματαίωση και την αποτυχία. Με τη βοήθεια όμως των επιστημών του εγκεφάλου, η παρέμβαση για την αντιμετώπιση των αναγνωστικών και γλωσσικών προβλημάτων για την πλειοψηφία των παιδιών θα μπορούσε να συμβαίνει πολύ νωρίτερα, πριν να παγιωθούν αυτές οι δυσκολίες και να επιδράσουν στη γενικότερη συμπεριφορά του παιδιού.

Β) Αξιολόγηση της εκπαιδευτικής παρέμβασης
Μέσα από τις εγκεφαλικές μετρήσεις μπορούμε να δούμε και να ελέγξουμε την αποτελεσματικότητα της εκπαιδευτικής παρέμβασης. Τα ευρήματα των μελετών απεικόνισης του εγκεφάλου δείχνουν ότι, με την κατάλληλη εκπαιδευτική παρέμβαση στα παιδιά με δυσλεξία είναι δυνατή η εδραίωση ενός εγκεφαλικού μηχανισμού όμοιου με των παιδιών που δεν αντιμετώπισαν ποτέ αναγνωστικό πρόβλημα. Πράγματι, μετρήσεις με τη χρήση της λειτουργικής μαγνητικής τομογραφίας και των Προκλητών Δυναμικών πριν και μετά από την εφαρμογή εκπαιδευτικής παρέμβασης, έδειξαν επαναδιοργάνωση του εγκεφαλικού μηχανισμού στα παιδιά με δυσλεξία, καθώς ενεργοποιούσαν και το αριστερό ημισφαίριο. Το γεγονός αυτό αποτελεί ένδειξη μιας γενικότερης ανασυγκρότησης της αναγνωστικής ικανότητας.

Γ) Διδακτικές τεχνικές για διαφορετικά οργανωμένους εγκεφάλους

Τα εκπαιδευτικά συστήματα και οι κοινωνικές δομές στην πλειοψηφία τους, δίνουν κατά κανόνα βαρύτητα στον αναλυτικό, γραμμικό τρόπο σκέψης και αντίληψης των πραγμάτων, υποβαθμίζοντας τον ολιστικό τρόπο σκέψης του δεξιού ημισφαιρίου. Η σύγχρονη πρόκληση για την εκπαιδευτική πραγματικότητα είναι να εξοπλίζει τα παιδιά με τέτοια εφόδια, ώστε να αξιοποιούν τις δυνατότητες και των δύο ημισφαιρίων με συνθετικό τρόπο. Η επιτυχημένη διδασκαλία επιδρά σε αυτή ακριβώς τη πλαστικότητα του εγκεφάλου δημιουργώντας νέες συνδέσεις μεταξύ των ημισφαιρίων και μαθαίνοντας στο παιδί όχι μόνο την αφαιρετική, λεκτική λογική αντίληψη, αλλά και την ολιστική μη λεκτική διαισθητική σκέψη.

Από όσα αναφέρθηκαν φαίνεται ότι, οι νευροεπιστήμες αποτελούν μια πολυσήμαντη και δυναμική δομή πάνω στην οποία είναι αναγκαίο να οργανώνεται η αξιολόγηση, η έρευνα και οι παρεμβάσεις στο πεδίο των μαθησιακών δυσκολιών και της εκπαίδευσης γενικότερα. Για να επιτευχθεί ένας τέτοιος φιλόδοξος στόχος, θα απαιτηθεί γενναία στήριξη και ενθάρρυνση της έρευνας και ανακάλυψη νέων διδακτικών που θα απευθύνονται σε διαφορετικά οργανωμένους εγκεφάλους.

Θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά το Πρότυπο Κέντρο Λόγου & Μάθησης «Λεξιμάθεια» που συμμετείχε στην ερευνητική εργασία του Πανεπιστημίου Αθηνών με θέμα την εγκεφαλική οργάνωση των μαθητών μέσα από πρωτοποριακές, για τα ελληνικά δεδομένα, μεθόδους απεικόνισης εγκεφάλου. Ευχαριστώ ιδιαίτερα την Ανθή Κοκκώνη για την πολύτιμη βοήθεια της και συνεργασία και όλους τους γονείς που δέχτηκαν να συμμετάσχουν τα παιδιά τους στην έρευνα.

ΠΗΓΗ: Gabrieli et al., (2009). Dyslexia: A New Synergy Between Education and Cognitive Neuroscience. Science, 325, 280-283 Wolf, M. (2009).

O Προυστ και το καλαμάρι. Πώς ο εγκέφαλος έμαθε να διαβάζει. Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα .

Επιμέλεια άρθρου:
Γράφει: Κουφάκη Αγγελική, Ψυχολόγος – Υποψ. Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών

Related posts

Leave a Reply